σχεδίασμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- σχεδίασμα < μεσαιωνική ελληνική σχεδίασμα < σχεδιάζω
Ουσιαστικό
επεξεργασίασχεδίασμα ουδέτερο
- η γραφική απεικόνιση
- (μεταφορικά) η μελέτη πραγματοποίησης μιας ιδέας
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη σχέδιο
Συνώνυμα
επεξεργασία
γραφική απεικόνιση |
προγραμματισμός |
Μεταφράσεις
επεξεργασία σχεδίασμα
|