σφακιανοπιτάκι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | σφακιανοπιτάκι | τα | σφακιανοπιτάκια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | σφακιανοπιτάκι | τα | σφακιανοπιτάκια |
κλητική | σφακιανοπιτάκι | σφακιανοπιτάκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίασφακιανοπιτάκι ουδέτερο
Μεταφράσεις
επεξεργασία σφακιανοπιτάκι
|