Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
συμπαίκτρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
συμπαίκτρι
α
οι
συμπαίκτρι
ες
γενική
της
συμπαίκτρι
ας
των
συμπαικτρι
ών
αιτιατική
τη
συμπαίκτρι
α
τις
συμπαίκτρι
ες
κλητική
συμπαίκτρι
α
συμπαίκτρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
συμπαίκτρια
<
συμπαίκτης
+
-τρια
Ουσιαστικό
επεξεργασία
συμπαίκτρια
θηλυκό
θηλυκό
του
συμπαίκτης
Άλλες μορφές
επεξεργασία
συμπαίχτρια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
συμπαίκτρια
γαλλικά
:
coéquipière
(fr)