↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σκοτεινάγρα οι σκοτεινάγρες
      γενική της σκοτεινάγρας
    αιτιατική τη σκοτεινάγρα τις σκοτεινάγρες
     κλητική σκοτεινάγρα σκοτεινάγρες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σκοτεινάγρα < μεσαιωνική ελληνική σκοτεινάγρα • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σκοτεινάγρα θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία



ζητούμενο λήμμα



  Ετυμολογία

επεξεργασία
σκοτεινάγρα < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σκοτεινάγρα θηλυκό (όψιμη μεσαιωνική ή πρώιμη νεοελληνική)