Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σκεπάρνισμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
σκεπάρνισμα
τα
σκεπαρνίσμα
τ
α
γενική
του
σκεπαρνίσμα
τ
ος
των
σκεπαρνισμά
τ
ων
αιτιατική
το
σκεπάρνισμα
τα
σκεπαρνίσμα
τ
α
κλητική
σκεπάρνισμα
σκεπαρνίσμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
σκεπάρνισμα
<
σκεπαρνίζω
+
-μα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σκεπάρνισμα
ουδέτερο
το
αποτέλεσμα
του
σκεπαρνίζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σκεπάρνισμα