Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σκατοφαγία οι σκατοφαγίες
      γενική της σκατοφαγίας των σκατοφαγιών
    αιτιατική τη σκατοφαγία τις σκατοφαγίες
     κλητική σκατοφαγία σκατοφαγίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

σκατοφαγία < σκατο- + -φαγία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ουσιαστικό επεξεργασία

σκατοφαγία θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία