Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σκαραμαγκάς
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
Σκαραμαγκάς
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
σκαραμαγκ
άς
οι
σκαραμαγκ
άδες
γενική
του
σκαραμαγκ
ά
των
σκαραμαγκ
άδων
αιτιατική
τον
σκαραμαγκ
ά
τους
σκαραμαγκ
άδες
κλητική
σκαραμαγκ
ά
σκαραμαγκ
άδες
Κατηγορία
όπως «
ψαράς
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
ska.ɾa.maŋˈɡas
/
τυπογραφικός συλλαβισμός
:
σκα‐ρα‐μαγ‐γάς
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σκαραμαγκάς
αρσενικό
(
επάγγελμα
)
άλλη γραφή του
σκαραμαγγάς