σκαμνάκι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | σκαμνάκι | τα | σκαμνάκια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | σκαμνάκι | τα | σκαμνάκια |
κλητική | σκαμνάκι | σκαμνάκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
σκαμνάκι ουδέτερο
- μικρό σκαμνί
Μεταφράσεις επεξεργασία
σκαμνάκι
|