Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σιταρόψειρα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Συνώνυμα
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
σιταρόψειρ
α
οι
σιταρόψειρ
ες
γενική
της
σιταρόψειρ
ας
των
σιταρόψειρ
ων
αιτιατική
τη
σιταρόψειρ
α
τις
σιταρόψειρ
ες
κλητική
σιταρόψειρ
α
σιταρόψειρ
ες
Κατηγορία
όπως «
αρθρίτιδα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
σιταρόψειρα
<
σιτάρι
+
-ο-
+
ψείρα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σιταρόψειρα
θηλυκό
(
έντομο
)
ψείρα
του
σιταριού
Άλλες μορφές
επεξεργασία
σταρόψειρα
Συνώνυμα
επεξεργασία
σιτοφάγος
καλάντρα
/
καλάνδρα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σιταρόψειρα