σάτινα
Χρειάζεται τεκμηρίωση με παραπομπή σε κείμενο, εγχειρίδιο ή λεξικό. |
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | σάτινα | οι | σάτινες |
γενική | της | σάτινας | — | |
αιτιατική | τη | σάτινα | τις | σάτινες |
κλητική | σάτινα | σάτινες | ||
Κατηγορία όπως «πέστροφα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- σάτινα < σατέν • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίασάτινα θηλυκό
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη σατέν
Μεταφράσεις
επεξεργασία σάτινα
|