Δείτε επίσης: ρόβι
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ρόβη οι ρόβες
      γενική της ρόβης των ροβών
    αιτιατική τη ρόβη τις ρόβες
     κλητική ρόβη ρόβες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ρόβη < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈɾo.vi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ρό‐βη

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ρόβη θηλυκό

Άλλες γραφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία