ροδόσταμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ροδόσταμα < μεσαιωνική ελληνική ροδόσταμα
Ουσιαστικό
επεξεργασίαροδόσταμα ουδέτερο
- άλλη μορφή του ροδόσταγμα
- ※ Της είπε πως όλος ο κόσμος στην πατρίδα του καλλιεργούσε τριαντάφυλλα. Το ροδόσταμα δίνει πιο πολύ κέρδος απ' το σιτάρι. (Ηλίας Βενέζης (1937) Γαλήνη [μυθιστόρημα])