Άνοιγμα κύριου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Κοντινά
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
προϋποθέτω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
Επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
Επεξεργασία
προϋποθέτω
<
αρχαία ελληνική
προϋποτίθημι
<
προ-
+
ὑπο-
+
τίθημι
Ρήμα
Επεξεργασία
προϋποθέτω
θέτω ως
προϋπόθεση
θεωρώ ως αναγκαίο για να επιτευχθεί-γίνει-συμβεί κάτι άλλο
Μεταφράσεις
Επεξεργασία
προϋποθέτω
αγγλικά
:
presuppose
(en)
γαλλικά
:
impliquer
(fr)
,
présupposer
(fr)
εσπεράντο
:
implici
(eo)