Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

προδιαθέτω (μαρτυρείται από το 1766)[1]< (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή προδιατίθημι

  Ρήμα επεξεργασία

προδιαθέτω

Παράγωγα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. σελ. 842, Τόμος Β΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου

  Πηγές επεξεργασία