πλουτοκράτις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίακαθαρεύουσα (κατά την αρχαία κλίση) | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | πλουτοκράτις | αἱ | πλουτοκράτιδες | ||||
γενική | τῆς | πλουτοκράτιδος | τῶν | πλουτοκρατίδων | ||||
δοτική | τῇ | πλουτοκράτιδι | ταῖς | πλουτοκράτισι(ν) | ||||
αιτιατική | τὴν | πλουτοκράτιν | τὰς | πλουτοκράτιδας | ||||
κλητική ὦ! | πλουτοκράτι | πλουτοκράτιδες | ||||||
3η κλίση, Κατηγορία 'ἔρις' όπως «ἔρις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπλουτοκράτις, -ιδος θηλυκό
- (καθαρεύουσα) θηλυκό του πλουτοκράτης: η πλουτοκράτισσα
Πηγές
επεξεργασία- πλουτοκράτης (θηλ. -ις, -ιδος) - ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .