Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πιλάτεμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
πιλάτεμα
τα
πιλατέμα
τ
α
γενική
του
πιλατέμα
τ
ος
των
πιλατεμά
τ
ων
αιτιατική
το
πιλάτεμα
τα
πιλατέμα
τ
α
κλητική
πιλάτεμα
πιλατέμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
πιλάτεμα
<
πιλατεύω
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πιλάτεμα
ουδέτερο
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του
πιλατεύω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πιλάτεμα
γαλλικά
:
tracas
(fr)