Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πιανίστρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Σημειώσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
πιανίστρι
α
οι
πιανίστρι
ες
γενική
της
πιανίστρι
ας
των
πιανιστρι
ών
αιτιατική
την
πιανίστρι
α
τις
πιανίστρι
ες
κλητική
πιανίστρι
α
πιανίστρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
πιανίστρια
<
πιανίστας
+ κατάληξη θηλυκού
-ίστρια
: ελληνικό επίθημα για τη λέξη: η
πιανίστα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πιανίστρια
θηλυκό
(
προφορικό
,
επάγγελμα
)
αντί του
πιανίστα
Σημειώσεις
επεξεργασία
δεν χρησιμοποιείται από μουσικούς