πετρόγλυφο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ουδέτερο και πετρογλυφικό
- προϊστορική εγχάραξη βράχου (συνήθως συμβολίζει σκηνές όμοιες με την προϊστορική τοιχογραφία)
- καλλιτεχνική ή συμβολική εγχάραξη πέτρας
ουδέτερο και πετρογλυφικό