Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η παροχολογία οι παροχολογίες
      γενική της παροχολογίας των παροχολογιών
    αιτιατική την παροχολογία τις παροχολογίες
     κλητική παροχολογία παροχολογίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

παροχολογία < παροχ(ή) + -ο- + -λογία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ουσιαστικό επεξεργασία

παροχολογία θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία