παραμυθάκι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | παραμυθάκι | τα | παραμυθάκια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | παραμυθάκι | τα | παραμυθάκια |
κλητική | παραμυθάκι | παραμυθάκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- παραμυθάκι < παραμύθι + υποκοριστικό επίθημα -άκι
Ουσιαστικό επεξεργασία
παραμυθάκι ουδέτερο
- υποκοριστικό του παραμύθι
Μεταφράσεις επεξεργασία
παραμυθάκι
|