ουλορραγία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ουλορραγία < ούλο + -ρραγία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό επεξεργασία
ουλορραγία θηλυκό
- αιμορραγία των ούλων
Μεταφράσεις επεξεργασία
ουλορραγία
|