Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ουλαμαγός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
ουλαμαγ
ός
οι
ουλαμαγ
οί
γενική
του
ουλαμαγ
ού
των
ουλαμαγ
ών
αιτιατική
τον
ουλαμαγ
ό
τους
ουλαμαγ
ούς
κλητική
ουλαμαγ
έ
ουλαμαγ
οί
Κατηγορία
όπως «
ναός
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ουλαμαγός
<
ουλαμός
+
-αγός
(<
αρχαία ελληνική
ἄγω
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ουλαμαγός
αρσενικό
διοικητής
ουλαμού
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
ουλαμός
και
άγω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ουλαμαγός