Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ορόγαλα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
ορόγαλα
τα
ορογάλα
τ
α
γενική
του
ορογάλα
τ
ος
των
ορογαλά
τ
ων
αιτιατική
το
ορόγαλα
τα
ορογάλα
τ
α
κλητική
ορόγαλα
ορογάλα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ορόγαλα
<
ορός
+
-ο-
+
γάλα
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
oˈɾo.ɣa.la
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ορόγαλα
ουδέτερο
(
γαστρονομία
) το
τυρόγαλα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ορόγαλα
→
δείτε
τη λέξη
τυρόγαλα