Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
οδοντοθεραπεία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
οδοντοθεραπεί
α
οι
οδοντοθεραπεί
ες
γενική
της
οδοντοθεραπεί
ας
των
οδοντοθεραπει
ών
αιτιατική
την
οδοντοθεραπεί
α
τις
οδοντοθεραπεί
ες
κλητική
οδοντοθεραπεί
α
οδοντοθεραπεί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
οδοντοθεραπεία
<
οδοντο-
+
-θεραπεία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
οδοντοθεραπεία
θηλυκό
η
θεραπεία
των (παθήσεων των)
δοντιών
Μεταφράσεις
επεξεργασία
οδοντοθεραπεία