ξυπνητούρια
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | ξυπνητούρια | ||
γενική | — | |||
αιτιατική | τα | ξυπνητούρια | ||
κλητική | ξυπνητούρια | |||
Η κατάληξη -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ξυπνητούρια < ξυπνητ(ός) + -ούρια (πληθυντικός)
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ksi.pniˈtuɾ.ʝa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ξυ‐πνη‐τού‐ρια
Ουσιαστικό
επεξεργασίαξυπνητούρια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- (οικείο) το ξύπνημα, κυρίως στην έκφραση: καλά ξυπνητούρια
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία
|