νιουτρόνιο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- νιουτρόνιο < αγγλική neutronioum
Ουσιαστικό επεξεργασία
νιουτρόνιο ουδέτερο ή νιούτριο (neutrium) ή και ως νιουτρίτο (neutrite)
- υποθετικό χημικό στοιχείο το οποίο έχει ατομικό αριθμό (Z) 0 και ο πυρήνας του αποτελείται μόνον από νετρόνια
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
νιουτρόνιο