Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η νιζατιδίνη οι νιζατιδίνες
      γενική της νιζατιδίνης των νιζατιδινών
    αιτιατική τη νιζατιδίνη τις νιζατιδίνες
     κλητική νιζατιδίνη νιζατιδίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Η νιζατιδίνη (συντακτικός τύπος)

  Ετυμολογία επεξεργασία

νιζατιδίνη < λατινική nizatidine κατά ΔΚΟ

  Ουσιαστικό επεξεργασία

νιζατιδίνη θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία