πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το νεράγκαθο τα νεράγκαθα
      γενική του νεράγκαθου των νεράγκαθων
    αιτιατική το νεράγκαθο τα νεράγκαθα
     κλητική νεράγκαθο νεράγκαθα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Νεράγκαθο
του είδους Dipsacus fullonum.

Ετυμολογία

επεξεργασία
νεράγκαθο < νερ- + αγκάθ(ι) + -ο

Ουσιαστικό

επεξεργασία

νεράγκαθο ουδέτερο

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία