Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
Διάγραμμα του ορίζοντα (horizon), αστρονομικού και πραγματικού, που δείχνει το ζενίθ (zenith) και το ναδίρ (nadir

  Ετυμολογία επεξεργασία

ναδίρ < (άμεσο δάνειο) γαλλική nadir < αραβική (naẓīr, σημασία 'αντίθετος' εννοώντας: αντίθετος του ζενίθ). Δείτε το αντίθετο ζενίθ (samt)[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /naˈðiɾ/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ναδίρ ουδέτερο άκλιτο

  1. (αστρονομία) το χαμηλότερο σε σχέση με κάποιον παρατηρητή σημείο ενός ουράνιου σώματος
  2. (μεταφορικά) το κατώτατο σημείο
    ※  Στο ναδίρ το διεθνές εμπόριο, στο ζενίθ οι φόβοι προστατευτισμού (Εφημερίδα Ελευθεροτυπία, 21/4/2013)
     αντώνυμα: απόγειο, αποκορύφωμα, ακμή, κολοφώνας, μεσουράνημα

Αντώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.