Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μυστικιστής
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
μυστικιστ
ής
οι
μυστικιστ
ές
γενική
του
μυστικιστ
ή
των
μυστικιστ
ών
αιτιατική
τον
μυστικιστ
ή
τους
μυστικιστ
ές
κλητική
μυστικιστ
ή
μυστικιστ
ές
Κατηγορία
όπως «
ποιητής
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
μυστικιστής
<
μυστικισμός
+
-τής
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μυστικιστής
αρσενικό
(
θηλυκό
:
μυστικίστρια
)
αυτός που είναι
οπαδός
του
μυστικισμού
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μυστικιστής
αγγλικά
:
mystic
(en)