μιλιταρίστρια
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μιλιταρίστρια < μιλιταριστής + κατάληξη θηλυκού -ίστρια
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμιλιταρίστρια θηλυκό
- → δείτε τη λέξη μιλιταριστής
Μεταφράσεις
επεξεργασία μιλιταρίστρια
μιλιταρίστρια θηλυκό