μηχανοθεραπεία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μηχανοθεραπεία < μηχανή + -θεραπεία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμηχανοθεραπεία θηλυκό
- θεραπεία με χρήση μηχανικού εξοπλισμού
Μεταφράσεις
επεξεργασία μηχανοθεραπεία
|