Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μεταλλειοκτήτης
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
μεταλλειοκτήτ
ης
οι
μεταλλειοκτήτ
ες
γενική
του
μεταλλειοκτήτ
η
των
μεταλλειοκτητ
ών
αιτιατική
τον
μεταλλειοκτήτ
η
τους
μεταλλειοκτήτ
ες
κλητική
μεταλλειοκτήτ
η
μεταλλειοκτήτ
ες
Κατηγορία
όπως «
ναύτης
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
μεταλλειοκτήτης
<
μεταλλείο
+
-ο-
+
-κτήτης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μεταλλειοκτήτης
αρσενικό
(
θηλυκό
μεταλλειοκτήτρια
)
που έχει στην
κατοχή
του
μεταλλείο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μεταλλειοκτήτης