Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μελετήτρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
μελετήτρι
α
οι
μελετήτρι
ες
γενική
της
μελετήτρι
ας
των
μελετητρι
ών
αιτιατική
τη
μελετήτρι
α
τις
μελετήτρι
ες
κλητική
μελετήτρι
α
μελετήτρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
μελετήτρια
<
μελετητής
+
-τρια
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
me.leˈti.tɾi.a
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μελετήτρια
θηλυκό
→
δείτε
τη λέξη
μελετητής
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μελετήτρια
→
δείτε
τη λέξη
μελετητής