Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μαντοσύνη
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
μαντοσύν
η
οι
μαντοσύν
ες
γενική
της
μαντοσύν
ης
των
(
μαντοσυν
ών
)
αιτιατική
τη
μαντοσύν
η
τις
μαντοσύν
ες
κλητική
μαντοσύν
η
μαντοσύν
ες
Κατηγορία
όπως «
σκόνη
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
μαντοσύνη
<
αρχαία ελληνική
μαντοσύνη
<
μάντης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μαντοσύνη
θηλυκό
η
μαντική
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μαντοσύνη
→
δείτε
τη λέξη
μαντική