λεμονίτα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαλεμονίτα θηλυκό
- αεριούχος λεμονάδα που περιέχει τουλάχιστον μια μικρή ποσότητα από χυμό λεμονιού, σε αντίθεση με την απλή λεμονάδα που πιθανόν να περιέχει μόνο εκχύλισμα ή άρωμα λεμονιού
Μεταφράσεις
επεξεργασία λεμονίτα
|