λεγεών
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | λεγεών | αἱ | λεγεῶνες | ||||
γενική | τῆς | λεγεῶνος | τῶν | λεγεώνων | ||||
δοτική | τῇ | λεγεῶνῐ | ταῖς | λεγεῶσῐ(ν) | ||||
αιτιατική | τὴν | λεγεῶνᾰ | τὰς | λεγεῶνᾰς | ||||
κλητική ὦ! | λεγεών | λεγεῶνες | ||||||
δυϊκός | ||||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | λεγεῶνε | ||||||
γεν-δοτ | τοῖν | λεγεώνοιν | ||||||
3η κλίση, Κατηγορία 'χειμών' όπως «χειμών» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- λεγεών < (άμεσο δάνειο) λατινική legio, γενική ōnis
Ουσιαστικό
επεξεργασίαλεγεών, -ῶνος θηλυκό
- (ελληνιστική κοινή , στρατιωτικός όρος) λεγεώνα
- ἕκαστον δὲ σύνταγμα πεζῶν τρισχιλίων ἦν καὶ τριακοσίων ἱππέων. ἐκλήθη δὲ λεγεὼν τῷ λογάδας εἶναι τοὺς μαχίμους ἐκ πάντων. (⌘ Πλούταρχος, Ρωμύλος, 13, 1, 4)
Άλλες γραφές
επεξεργασίαΠαράγωγα
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- λεγεών - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- λεγεών - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.