↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο λαφιάτης οι λαφιάτες
      γενική του λαφιάτη των λαφιατών
    αιτιατική τον λαφιάτη τους λαφιάτες
     κλητική λαφιάτη λαφιάτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
λαφιάτης < λαφ(ιάζω) → δείτε αλαφιάζω + -ιάτης [1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /laˈfça.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: λα‐φιά‐της

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

λαφιάτης αρσενικό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία