Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
λίγδιασμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Δείτε επίσης
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
λίγδιασμα
τα
λιγδιάσμα
τ
α
γενική
του
λιγδιάσμα
τ
ος
των
λιγδιασμά
τ
ων
αιτιατική
το
λίγδιασμα
τα
λιγδιάσμα
τ
α
κλητική
λίγδιασμα
λιγδιάσμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
λίγδιασμα
<
λιγδιάζω
+
-μα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
λίγδιασμα
ουδέτερο
το
αποτέλεσμα
του
λιγδιάζω
Δείτε επίσης
επεξεργασία
λίγδωμα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
λίγδιασμα