Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κοντοχωριανός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
κοντοχωριαν
ός
οι
κοντοχωριαν
οί
γενική
του
κοντοχωριαν
ού
των
κοντοχωριαν
ών
αιτιατική
τον
κοντοχωριαν
ό
τους
κοντοχωριαν
ούς
κλητική
κοντοχωριαν
έ
κοντοχωριαν
οί
Κατηγορία
όπως «
ναός
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
κοντοχωριανός
<
κοντά
+
χωριό
Επίθετο
επεξεργασία
κοντοχωριανός, -ή, -ό
που κατοικεί ή κατάγεται από διπλανό
χωριό
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κοντοχωριανός