• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

κοιλαρού

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κοιλαρού οι κοιλαρούδες
      γενική της κοιλαρούς των κοιλαρούδων
    αιτιατική την κοιλαρού τις κοιλαρούδες
     κλητική κοιλαρού κοιλαρούδες
Κατηγορία όπως «αλεπού» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
κοιλαρού, θηλυκό του κοιλαράς

Ουσιαστικό

επεξεργασία

κοιλαρού θηλυκό

  • αυτή που έχει μεγάλη κοιλιά, η χοντρή

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    κοιλαρού
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=κοιλαρού&oldid=5571088"
Τελευταία επεξεργασία στις 3 Ιουλίου 2022, στις 11:12

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 3 Ιουλίου 2022, στις 11:12.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας