• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

καταδίδω

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ρήμα
      • 1.3.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

καταδίδω < μεσαιωνική ελληνική καταδίδω < κατά + δίδω < αρχαία ελληνική δίδωμι

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /ka.ta.ˈði.ðɔ/

  ΡήμαΕπεξεργασία

καταδίδω (παθητική φωνή: καταδίδομαι)

  • προδίδω, καταγγέλλω κάτι ή κάποιον παράνομο, αποκαλύπτω (με μυστικότητα) κρυφά πράγματα

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • κατάδοση
  • καταδότης
  • καταδοτικός
  • καταδότρα
  • καταδότρια
  • → δείτε τις λέξεις κατά και δίνω

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    καταδίδω
  • αγγλικά : inform (en), denounce (en)
  • γαλλικά : dénoncer (fr), moucharder (fr), balancer (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=καταδίδω&oldid=4822498"
Τελευταία επεξεργασία στις 23 Αυγούστου 2020, στις 11:48

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 23 Αυγούστου 2020, στις 11:48.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie