κατάκειμαι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- κατάκειμαι < αρχαία ελληνική κατάκειμαι. Συγχρονικά αναλύεται σε κατά- + κείμαι
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /kaˈta.ci.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κα‐τά‐κει‐μαι
Ρήμα επεξεργασία
κατάκειμαι
- βρίσκομαι ξαπλωμένος στο έδαφος
- (ιατρική) είμαι κατάκοιτος, ασθενώ βαριά
Κλίση επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
κατάκειμαι
|
Πηγές επεξεργασία
- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
- κατάκειμαι - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ρήμα επεξεργασία
κατάκειμαι
- είμαι ξαπλωμένος
- είμαι κρυμμένος, παραμονεύω
- είμαι σε κατάσταση αποθήκευσης
- (ιατρική) ξαπλώνω ως ασθενής
- τεμπελιάζω
- ξαπλώνω κατά τη διάρκεια γεύματος
- (για στεριά) που βρίσκεται σε λοξή θέση ως προς τη θάλασσα
Κλίση επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- κατάκειμαι - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- κατάκειμαι - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.