Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κασετάδικο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
κασετάδικ
ο
τα
κασετάδικ
α
γενική
του
κασετάδικ
ου
των
κασετάδικ
ων
αιτιατική
το
κασετάδικ
ο
τα
κασετάδικ
α
κλητική
κασετάδικ
ο
κασετάδικ
α
Κατηγορία
όπως «
σίδερο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
κασετάδικο
<
κασέτα
+
-άδικο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κασετάδικο
ουδέτερο
κατάστημα
όπου πωλούνται μουσικές
κασέτες
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κασετάδικο