↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ιχθυοκαλλιεργητής οι ιχθυοκαλλιεργητές
      γενική του ιχθυοκαλλιεργητή των ιχθυοκαλλιεργητών
    αιτιατική τον ιχθυοκαλλιεργητή τους ιχθυοκαλλιεργητές
     κλητική ιχθυοκαλλιεργητή ιχθυοκαλλιεργητές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία

ιχθυοκαλλιεργητής (νεολογισμός) < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ιχθυοκαλλιεργητής αρσενικό (θηλυκό ιχθυοκαλλιεργήτρια)

  Μεταφράσεις

επεξεργασία