ισοκεφαλία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ισοκεφαλία θηλυκό
- ο καλλιτεχνικός κανόνας κατά τον οποίο οι μορφές των ανάγλυφων ή ζωγραφικών παραστάσεων παριστάνονται έτσι ώστε οι κεφαλές των προσώπων να βρίσκονται στο ίδιο ύψος, χωρίς να λαμβάνεται υπ΄ όψη η θέση ή στάση της κάθε μορφής