ιμπεριαλίστρια
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ιμπεριαλίστρια < ιμπεριαλιστής + κατάληξη θηλυκού -ίστρια
Ουσιαστικό επεξεργασία
ιμπεριαλίστρια θηλυκό
- → δείτε τη λέξη ιμπεριαλιστής
Μεταφράσεις επεξεργασία
ιμπεριαλίστρια
ιμπεριαλίστρια θηλυκό