θυμοσοφία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- θυμοσοφία < θυμόσοφ(ος) -ία [1]
Ουσιαστικό
επεξεργασίαθυμοσοφία θηλυκό
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη θυμόσοφος
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία θυμοσοφία
|
- ↑ θυμοσοφία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας