Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
θραυστήρας
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
θραυστήρ
ας
οι
θραυστήρ
ες
γενική
του
θραυστήρ
α
των
θραυστήρ
ων
αιτιατική
τον
θραυστήρ
α
τους
θραυστήρ
ες
κλητική
θραυστήρ
α
θραυστήρ
ες
Κατηγορία
όπως «
αγώνας
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
θραυστήρας
<
θραύω
+
-τήρας
Ουσιαστικό
επεξεργασία
θραυστήρας
αρσενικό
μηχάνημα
ή
συσκευή
που
θραύει
Μεταφράσεις
επεξεργασία
θραυστήρας