↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ημιδιαμονή οι ημιδιαμονές
      γενική της ημιδιαμονής των ημιδιαμονών
    αιτιατική την ημιδιαμονή τις ημιδιαμονές
     κλητική ημιδιαμονή ημιδιαμονές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ημιδιαμονή < ημι- + διαμονή

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ημιδιαμονή θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • ημιδιαμονήΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)